Σκόνη, μπετόν, μπάζα, σκουπίδια συνθέτουν ένα τοπίο που θυμίζει Μέση Ανατολή, Βηρυτό ας πούμε. Με την εικόνα της Ακρόπολης στο βάθος να φαντάζει παράταιρη, σχεδόν ειρωνική.
Η ταινία γυρίστηκε στον Ασπρόπυργο όπου βρίσκονται οι μεγάλες μάντρες σιδηρικών, στην περιοχή της Χαλυβουργικής, αλλά και στους τσιγγάνικους μαχαλάδες κοντά στην Ορφέως (μεταξύ Ταύρου και Βοτανικού).
Πρωταγωνιστές της είναι οι άνθρωποι που ζουν από τα σκουπίδια μας. Αυτοί που στους κάδους ξετρυπώνουν παλιές τηλεοράσεις, πλυντήρια, ψυγεία, σομιέδες, παλιοσίδερα και καλώδια. Τα φορτώνουν στις καρότσες ή στα τρίκυκλά τους κι ύστερα τα πουλάνε στις μάντρες με το κιλό για λίγες δεκάδες ευρώ, κάνοντας έτσι μια ουσιαστική, αλλά όχι τόσο τρέντι, ανακύκλωση.
«Είμαστε αναλφάβητοι», λέει ένας απ' αυτούς. «Ανθρωποι που χάσαμε τις δουλειές μας και ψάχνουμε στα σκουπίδια. Το παλιατζίδικο ανθεί σήμερα...».
Ο σκηνοθέτης, που στο παρελθόν μας έδωσε το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Το σπίτι του Κάιν» (γυρισμένο στις φυλακές του Κορυδαλλού), παρακολουθεί από κοντά τρεις Ρομά απ' την Αλβανία (ανάμεσά τους κι ένα παιδί), έναν Τούρκο κι έναν Ελληνα -ένα μόνο δείγμα της απέραντης στρατιάς των απόκληρων που ανακυκλώνουν τα μέταλλα μιας ολόκληρης χώρας.
Αυτοί είναι οι ήρωες της «Πρώτης ύλης», και, όπως λέει και ο σκηνοθέτης, «πρώτη ύλη είναι και οι ίδιοι, πρωτόγονοι τροφοσυλλέκτες στην καρδιά μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, μέσα στον φρενήρη κύκλο της παγκόσμιας οικονομίας».
Ο Χρ. Καρακέπελης μπήκε στο «στομάχι» της Αθήνας. Εκεί που χωνεύονται τα σκουπίδια του αστικού «πολιτισμού» μας: μέταλλα που συλλέγονται από παρίες στους δρόμους, ύστερα πωλούνται για ένα κομμάτι ψωμί στις μάντρες που εκμεταλλεύονται τη δουλειά τους, και στη συνέχεια αγοράζονται από τις χαλυβουργίες που τα εξάγουν αποκομίζοντας δυσανάλογο κέρδος.
Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ, από τα τρία εκατομμύρια τόνων χάλυβα που παράγουν οι τρεις χαλυβουργίες της Ελλάδας, η μισή ποσότητα προέρχεται από τα σκουπίδια στους δρόμους. «Το εργοστάσιο θέλει δύο μήνες για να βγάλει από τη γη αυτά που εμείς τους φέρνουμε σε μια μέρα», λέει κάποιος. Καθώς το μέταλλο σταδιακά αλλάζει μορφές, εξηγεί ο σκηνοθέτης, αλλάζει και η υπεραξία του. «Ομως οι άνθρωποι που το μαζεύουν παραμένουν στον πάτο του καζανιού...».
Παραγκουπόλεις χωρίς νερό με φόντο την Ακρόπολη, ηλικιωμένοι που σπρώχνουν με τα χέρια το τρίκυκλό τους, τσιγγανάκια με μόνο όνειρο να «αναβαθμιστούν» ως παλιατζήδες, Αφρικανοί που μαζεύουν σκουπίδια στις γειτονιές με καροτσάκια σουπερμάρκετ, Ινδοί που εργάζονται υπό αφόρητες συνθήκες ζέστης σε καμίνια του Ασπρόπυργου σαν σύγχρονοι σκλάβοι, συνθέτουν έναν κόσμο που (προτιμούμε να) αγνοούμε.
Για τον σκηνοθέτη η Αθήνα είναι μια πόλη που «θεωρεί ευτυχία να ζει για να καταναλώνει και να πετάει».
«Είμαστε η πίσω πλευρά ενός πολυκαταστήματος ηλεκτρικών ειδών», του είπε κάποια στιγμή ένας από τους παλιατζήδες. Κάθε πολυκαταστήματος που πουλάει προϊόντα με μικρή διάρκεια ζωής ώστε οι σύγχρονοι καταναλωτές να αγοράζουν συνεχώς νέα, παράγοντας την ιδια στιγμή τόνους από σκουπίδια και παρίες που ζουν απ' αυτά...
Το ντοκιμαντέρ, μια παραγωγή των εταιρειών CL Productions και Faliro House Productions, προβλήθηκε πριν από λίγο καιρό στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
ΕΥΑΝΝΑ ΒΕΝΑΡΔΟΥ - Πηγή: Enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου